- μισοφωνία
- ηβλ. μεσοφωνία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μεσοφωνία — και μισοφωνία, η 1. το φορητό αρμόνιο 2. (κατ επεκτ.) η φυσαρμόνικα και ιδίως αυτή που έχει και τους ενδιάμεσους φθόγγους τής φυσικής κλίμακας, το ακορντεόν. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσόφωνος. Η λ. μαρτυρείται από το 1874 στο Ημερολόγιον Αττικόν] … Dictionary of Greek